Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Η ομάδα των τεσσάρων, η «πέμπτη φάλαγγα» και ο νεο-μπλερισμός στο ΠΑΣΟΚ

Του Δημήτρη Μπεκιάρη
Η αρχή έγινε με το κοινό άρθρο των Ανδρέα Λοβέρδου, Αννας Διαμαντοπούλου και Γιάννη Ραγκούση –το περιβόητο «κείμενο των τριών»– και τις πιέσεις οι οποίες ασκήθηκαν από το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ προς τον πρόεδρο του Κινήματος και πρώην πρωθυπουργό κ. Γιώργο Παπανδρέου. Η συνέχεια δόθηκε με το άρθρο του πρώην Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλου, ο οποίος ζήτησε την παράταση της θητείας της εγκατεστημένης κυβέρνησης Παπαδήμου και σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «η χώρα δεν χρειάζεται εκλογές αλλά μια κυβέρνηση με ικανότητες που θα εργασθεί να τη βγάλει από τους κινδύνους τους οποίους διατρέχει». Τη σκυτάλη από τον Κωστή Στεφανόπουλο παρέλαβε η υπουργός Παιδείας κ. Αννα Διαμαντοπούλου, η οποία με άρθρο της τάχθηκε και η ίδια υπέρ της παράτασης της θητείας της σημερινής μη λαϊκά και δημοκρατικά νομιμοποιημένης κυβέρνησης, όπως και ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΟΑΣΕ. Η «παρέα των τριών», στην οποία προστέθηκε και ο πρώην υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Ηλ. Μόσιαλος, συνεδρίασε τις προηγούμενες ημέρες και οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι η θητεία της σημερινής κυβέρνησης πρέπει να παραταθεί και οι ίδιοι πρέπει να συντονίσουν τη στάση και τις ενέργειές τους από εδώ και πέρα. Οι τέσσερις δεν είναι μόνοι τους στην προσπάθεια που καταβάλλουν να διαιωνισθεί το έλλειμμα δημοκρατίας και να προχωρήσει η υλοποίηση των πλέον νεοφιλελεύθερων και αντιλαϊκών πολιτικών. Εκδοτικά συμφέροντα, υπερεθνικά πολιτικά και οικονομικά κέντρα και ντόπιοι εξωθεσμικοί μηχανισμοί και παράγοντες βρίσκονται πίσω από αυτή τη διαδικασία. Τα τέσσερα αυτά πρόσωπα, το καθένα από τα οποία έχει αναλάβει να διαδραματίσει διαφορετικό αλλά πολύ συγκεκριμένο ρόλο, επιχειρούν να εγκαταστήσουν ένα μοντέλο νεο-μπλερισμού στο ΠΑΣΟΚ. Αυτή είναι η πολιτική τους πλατφόρμα και το πολιτικό τους σχέδιο.

Ο μπλερισμός

Η ομάδα των τεσσάρων, η οποία έχει συγκροτηθεί ως εσωκομματικός –μάλλον δεξιός– πόλος στο ΠΑΣΟΚ, έχει ήδη μοιράσει τους ρόλους: Ο Ανδρέας Λοβέρδος προαλείφεται για πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, η Αννα Διαμαντοπούλου διαδραματίζει τον ρόλο του διαμεσολαβητή με συγκεκριμένα συμφέροντα και με υπερεθνικά πολιτικά κέντρα της Ευρώπης τα οποία επιβάλλουν πολιτικές, ο Γιάννης Ραγκούσης φέρεται να συμμετέχει σε συζητήσεις με εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ πρόσωπα για το μέλλον του «νεο-εκσυγχρονισμού» στο Κίνημα ή ακόμη και για τη δημιουργία ενός κεντρώου – εκσυγχρονιστικού κόμματος, συνεχιστή της πολιτικής του «Κόμματος του Μνημονίου», το οποίο κυβερνά σήμερα υπό τον Λουκά Παπαδήμο, ενώ ο Ηλίας Μόσιαλος ενισχύει με την παρουσία του τη γενικότερη στρατηγική της παραπάνω «τρόικας», μάλλον για να διασφαλίσει περαιτέρω την καριέρα του στην πολιτική. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως η σύγκρουση Λοβέρδου – Βενιζέλου για την ηγεσία του Κινήματος, κι ενώ η ομάδα των τεσσάρων παρουσιάζεται ήδη ως τρίτος πόλος μετά τους «προεδρικούς» και τους «βενιζελικούς», θα προσλάβει χαρακτηριστικά αντίστοιχα με εκείνα της αναμέτρησης του Τόνι Μπλερ με τον Γκόρντον Μπράουν για την ηγεσία των Εργατικών στη Βρετανία. Τι σημαίνει όμως «νεο-μπλερισμός»; Η ομάδα των τεσσάρων και όσοι τη στηρίζουν θεωρούν ότι πρέπει να διαμορφωθεί ένας πόλος στην πολιτική ζωή ο οποίος θα εκφράσει τον «μεσαίο χώρο», το «πολιτικό κέντρο», περίπου όπως είχε κάνει ο Τόνι Μπλερ στη Μεγάλη Βρετανία. Σε αυτή τη βάση θεωρούν ότι πρέπει το ΠΑΣΟΚ να απομακρυνθεί από την έννοια του κρατισμού την οποία είχε εκφράσει επί δεκαετίες. Ωστόσο, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι τελικά ο Τόνι Μπλερ στη Βρετανία προσέγγισε τελικά τον θατσερισμό.

Παλιό φαινόμενο
Η ελληνική εκδοχή του μπλερισμού δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Αν ανατρέξει κανείς στο 1998, δύο χρόνια πριν από τις εκλογές του 2000, τις οποίες οριακά είχε κερδίσει το ΠΑΣΟΚ υπό τον Κώστα Σημίτη, θα διαπιστώσει ότι και τότε διεξαγόταν συζήτηση περί του ενδεχομένου αποσύνθεσης του ΠΑΣΟΚ εξαιτίας των εσωτερικών αντιθέσεων. Ενας ήπιος προσδιορισμός του ελληνικού μπλερισμού θα μπορούσε να είναι ο εξής: «σοσιαλφιλελευθερισμός» ή «σοσιαλφιλελεύθερος εκσυγχρονισμός» και τελικά «μεσαιοχωριτισμός». Ακόμη κι ο εμπνευστής του εκσυγχρονιστικού πολιτικού προγράμματος, πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, είχε αναγνωρίσει τον υποτιμητικό χαρακτήρα που προσλαμβάνει η έννοια του «σοσιαλφιλελευθερισμού». Στο βιβλίο του «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα», στη σελίδα 554, ο Κώστας Σημίτης έγραψε μεταξύ άλλων: «Μεταφέρθηκε πρόσφατα στην Ελλάδα από τη Μ. Βρετανία και τη Γαλλία ο όρος “σοσιαλφιλελευθερισμός”. Ο όρος υποδηλώνει με τρόπο απαξιωτικό μια σοσιαλιστική κυβέρνηση που ασκεί φιλελεύθερη πολιτική. Θα αναφερθώ σε τρία θέματα, που προβάλλονται ως δήθεν απόδειξη τη ιδεολογικής μεταστροφής του ΠΑΣΟΚ: το χαμηλό ύψος των κοινωνικών δαπανών, οι αποκρατικοποιήσεις και αποχώρηση του κράτους από την αναπτυξιακή δραστηριότητας».

Ο στόχος

Ποιο είναι το πολιτικό σχέδιο των τεσσάρων και όσων στηρίζουν το «μεσαιοχωρίτικο» αντιδραστικό εγχείρημα; Να μην πραγματοποιηθεί καμία επανακρατικοποίηση στο μέλλον, καμία αποκατάσταση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, καμία αύξηση των φορολογικών συντελεστών των προνομιούχων και των ευπόρων και από εκεί και πέρα να απορρυθμιστούν πλήρως η οικονομία και το εργασιακό status στον βωμό του ανταγωνισμού, να συνεχιστούν πλήρως οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, οι οποίες θα εκμηδενίσουν τον ρόλο του κράτους, να καταργηθεί το κράτος πρόνοιας, να καταργηθούν όλα τα κοινωνικά επιδόματα σε μια χρονική συγκυρία φτώχειας και έξαρσης της ανεργίας και της υποαπασχόλησης.

Με την καθοδήγηση της «Καθημερινής»

Στην πολιτική τίποτα δεν γίνεται τυχαία. Η εσωκομματική ομάδα των τεσσάρων διαθέτει και την «πέμπτη φάλαγγά» της, την εφημερίδα «Καθημερινή», η οποία έχει αναλάβει εργολαβικά καθοδηγητικό ρόλο. Τα άρθρα του διευθυντή της εφημερίδας, Αλέξη Παπαχελά, δίνουν τον τόνο όταν και όποτε χρειαστεί και ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει την απόλυτη ταύτιση του εν λόγω δημοσιογράφου, καθώς και άλλων, με τις πλέον αντιδραστικές πολιτικές, οι οποίες ήδη εφαρμόζονται και θα γίνουν ακόμη πιο σκληρές σε βάρος του ελληνικού λαού. Πρόσφατα, ο διευθυντής της «Καθημερινής», ο οποίος κόπτεται δήθεν και για το μέλλον του ΠΑΣΟΚ, σε άρθρο του με τίτλο «Το ΠΑΣΟΚ και ο μικρόκοσμός του», αξιολογεί τον μεγάλο όγκο του στελεχιακού δυναμικού του Κινήματος με το επιχείρημα ότι «άνθρωποι που δεν θα προσελάμβανε ποτέ κανείς μας για μια υπεύθυνη θέση σε μια ιδιωτική εταιρεία θεωρούνται “βαρώνοι”, δελφίνοι ή δεν ξέρω τι άλλο μέσα σε ένα κόμμα». Εγραψε επίσης ο κ. Παπαχελάς: «Βλέπω ακόμη τη λύσσα με την οποία επιτίθενται στην Αννα Διαμαντοπούλου για την υπόθεση των βιβλίων, λες και θέλουν να κοντύνουν όποιον εμφανίζεται λίγο πιο μεθοδικός και επαγγελματίας», ή «Το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται έναν Τόνι Μπλερ, που θα το εκσυγχρονίσει εκ βάθρων μακριά από συνδικαλιστές και συντεχνίες». Πριν από οτιδήποτε άλλο, πρέπει να γίνουν τρεις παρατηρήσεις για να κατανοήσει κανείς το πλαίσιο. Στο εν λόγω άρθρο διαπιστώνει κανείς: ιδιωτικολαγνεία, σκληρά νεοφιλελεύθερη τοποθέτηση, πλήρη αδιαφορία για τις ελλείψεις στα σχολικά συγκροτήματα (οι ιδιώτες να είναι καλά και ας μην έχουν βιβλία οι μαθητές) και, τέλος, πολιτική πρόταση η οποία αποτυπώνεται ως «νεο-μπλερισμός». Στην ίδια γραμμή και ο Κωνσταντίνος Ζούλας, ο οποίος, σε άρθρο του στην ίδια εφημερίδα με τίτλο «Υπαρξιακό σοκ… του ΠΑΣΟΚ», μη έχοντας προφανώς καμία αίσθηση των ζυμώσεων και των αντιδράσεων στο εσωτερικό του Κινήματος και στη βάση του, διαπιστώνει, αυθαίρετα μάλλον, ότι «οι σημερινοί “πράσινοι” ψηφοφόροι στηρίζουν αναφανδόν π.χ. τους κ.κ. Ανδρ. Λοβέρδο, Αννα Διαμαντοπούλου και Γ. Ραγκούση, οι οποίοι δεν διστάζουν να έρθουν σε ρήξεις ακόμη και με τις συντεχνίες που το κόμμα τους δημιούργησε».

Πιέσεις και αλληλοστήριξη
Η «Καθημερινή», κυρίως μέσω του Αλέξη Παπαχελά, ήταν εκείνη η οποία πίεσε για την επιλογή Παπαδήμου ή, εν πάση περιπτώσει, για την τοποθέτηση μη εκλεγμένου από τον ελληνικό λαό τεχνοκράτη πρωθυπουργού και, ασκώντας κριτική στη συμμετοχή πολιτικών προσώπων στη νέα κυβέρνηση, έδωσε το στίγμα, πριν από καιρό, της σημερινής τάσης που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου για «ανασχηματισμό» της κυβέρνησης, ώστε να προσεγγίσει το μοντέλο της κυβέρνησης Μόντι στην Ιταλία, το οποίο στηρίζεται σε μια ομάδα τεχνοκρατών οι οποίοι συμμετέχουν σε ένα ολιγομελές και «σφιχτό» κυβερνητικό σχήμα. Στις σελίδες της εν λόγω εφημερίδας δημοσιεύθηκε το άρθρο του Κωστή Στεφανόπουλου, καθώς και ένα ακόμη άρθρο του Γιάννη Ραγκούση με τίτλο «Σύγκρουση με τη σκοτεινή πλευρά της μεταπολίτευσης», στο οποίο το μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ και επικεφαλής της Αριστερής Πρωτοβουλίας Γιώργος Παναγιωτακόπουλος απάντησε: «Ο κ. Ραγκούσης ήταν και είναι βασικός τρόφιμος από το 1982 μέχρι και σήμερα. Είναι πάντα διορισμένος διότι στην ουσία και δήμαρχο τον διόρισε η τότε ηγεσία του ΠΑΣΟΚ». Η «Καθημερινή» είναι η εφημερίδα η οποία στηρίζει τον αντιεκπαιδευτικό νόμο, τον οποίο προωθεί η κ. Διαμαντοπούλου στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Και, για να μην ξεχνιόμαστε, ο κ. Παπαχελάς και η κ. Διαμαντοπούλου είναι ομοτράπεζοι στη Λέσχη Μπίλντερμπεργκ. Και φυσικά ο κ. Παπαχελάς, όπως και ο κ. Λουκάς Παπαδήμος, είναι μέλος της Τριμερούς Επιτροπής (Trilateral Commission), η οποία διασυνδέεται με τη Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, της οποίας είναι, όπως προαναφέραμε, μέλλος η άλλοτε εκλεκτή των Βρυξελλών κ. Αννα Διαμαντοπούλου. Ολα αυτά τα πρόσωπα αναλαμβάνουν τη διάχυση και τον προσανατολισμό των αποφάσεων στην Ελλάδα, οι οποίες λαμβάνονται σε υπερεθνικό επίπεδο. Και προφανώς, όταν κρίνεται αναγκαίο, αλληλοστηρίζονται. Ενα παράδειγμα: Στηρίζοντας τη στρατηγική των εγχώριων και ξένων εξωθεσμικών κέντρων για πλήρη ιδιωτικοποίηση της παιδείας, η οποία συνοδεύεται από απαξίωση του δημόσιου σχολείου και πανεπιστημίου, ο κ. Παπαχελάς διαπίστωσε ότι «η κ. Διαμαντοπούλου επέδειξε επαγγελματισμό σε συνδυασμό με πολιτικότητα». Τέτοιος είναι ο επαγγελματισμός της κ. Διαμαντοπούλου, ώστε στα ελληνικά δημόσια σχολεία, τα οποία έχουν εξελιχθεί «σε σχολεία ενός κατώτερου Θεού», δεν υπάρχουν βιβλία. Και κατέληγε τον περασμένο Αύγουστο στο σχετικό άρθρο ο κ. Παπαχελάς: «Η κ. Διαμαντοπούλου κέρδισε με σκληρή δουλειά, αλλά και την ικανότητά της να πείθει χωρίς να λαϊκίζει, πως είναι μία εκ των ελαχίστων Ελλήνων πολιτικών που μπορούν να τα βγάλουν πέρα στα νέα σκληρά δεδομένα της πολιτικής, τα οποία απαιτούν μέθοδο, επαγγελματισμό αλλά και πυγμή!». Τα συμπεράσματα εναπόκεινται στην κρίση του καθενός.

(" Η ΑΞΙΑ", Σάββατο 17/12/2011)