Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Επιστροφή στο 1992… Μια (αληθινή) ιστορία σύγκλισης του νεοφιλελευθερισμού με τον εκσυγχρονισμό


Του Δημήτρη Μπεκιάρη


Τo 1992, κι ενώ τον Αύγουστο του ίδιου έτους ο τότε υπουργός Οικονομίας Στέφανος Μάνος είχε ανακοινώσει τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα, τα οποία μεταξύ άλλων προέβλεπαν και την υποτίμηση της δραχμής, στο γραφείο του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε πραγματοποιηθεί μια σύσκεψη. Σε εκείνη τη σύσκεψη συμμετείχαν ο τότε διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Τίμος Χριστοδούλου, προκάτοχος του Στέφανου Μάνου στο υπουργείο Οικονομίας, και ο τότε οικονομικός σύμβουλος της τράπεζας και νυν μεταβατικός πρωθυπουργός κ. Λουκάς Παπαδήμος. Οι δύο τραπεζίτες είχαν απορρίψει το πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής την οποία εισηγούνταν τρία πρόσωπα: ο Στέφανος Μάνος, ο πρώην υπουργός Οικονομικών και πρωτεργάτης του ξεπουλήματος του ΟΤΕ στην Deutsche Telekom Γιώργος Αλογοσκούφης και η γνωστή από τη θητεία της στο ΔΝΤ και φιλοξενούμενη συγκεκριμένων τηλεοπτικών σταθμών, σήμερα, Μιράντα Ξαφά. Ο Γιώργος Αλογοσκούφης, ορμώμενος τότε εκ Λονδίνου, και η Μιράντα Ξαφά, προερχόμενη από το ΔΝΤ, είχαν επιβληθεί από τον Στέφανο Μάνο στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, ο μεν πρώτος ως σύμβουλος του ίδιου και πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, η δε δεύτερη ως σύμβουλος στο γραφείο του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Η συγκεκριμένη τριάδα προσώπων, τα οποία έχουν σκληρά νεοφιλελεύθερες περγαμηνές, σφράγισε, οπωσδήποτε, με την παρουσία και τις εισηγήσεις της μία από τις πλέον κοινωνικά ανάλγητες περιόδους διακυβέρνησης στη χώρας μας: την περίοδο 1990-1993. Σήμερα ο Στέφανος Μάνος (έχει πει ότι επιλογή Παπαδήμου είναι από τις καλύτερες), η Μιράντα Ξαφά και, πιθανότατα, ο Γιώργος Αλογοσκούφης είναι κάποιοι από τους θερμότερους υποστηρικτές της «λύσης Παπαδήμου», ίσως διότι αυτή η κυβέρνηση - σύμπραξη, η οποία καταγράφεται στο συλλογικό ασυνείδητο ως «Κόμμα του Μνημονίου», εφαρμόζει ακόμη πιο ανάλγητη και επιθετική πολιτική απέναντι στον ελληνικό λαό και από εκείνη της οποίας εμπνευστές υπήρξαν αυτά τα τρία πρόσωπα. Το σχέδιο για τον χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής «σοκ» την οποία είχε εμπνευστεί η συγκεκριμένη τριάδα είχε απορρίψει ο Λουκάς Παπαδήμος το 1992, όταν πραγματοποιείτο μεγάλη συζήτηση για τη μεθοδολογία της σύγκλισης σε ό,τι είχε να κάνει με την οικονομική πολιτική και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Σήμερα σε πολιτικό επίπεδο, μια άλλη σύγκλιση είναι ορατή: αυτή των θιασωτών του νεοφιλελευθερισμού με τους αρχιτέκτονες του εκσυγχρονισμού.


Για να θυμόμαστε…


Δεν είναι η πρώτη φορά σήμερα που η Ελλάδα δέχεται έξωθεν παρεμβάσεις για την οικονομική της πολιτική, που δέχεται αρνητικά σχόλια για τις «μεταρρυθμίσεις» οι οποίες δεν γίνονται ή καθυστερούν, που βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού και που βιώνει οικονομική κρίση εισπράττοντας όλες τις αρνητικές της συνέπειες. Της επιθετικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής του πρώην υπουργού Οικονομίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη είχε προηγηθεί το τριετές πρόγραμμα σταθεροποίησης, το οποίο είχε εμπνευστεί ο πρώην πρωθυπουργός και επικεφαλής του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος Κώστας Σημίτης από τη θέση του «τσάρου» της οικονομίας το 1985 και για την επόμενη τριετία. Εκείνο το πρόγραμμα σταθεροποίησης προέβλεπε, μεταξύ πολλών άλλων, υποτίμηση της δραχμής και πάγωμα των μισθών, αλλά και κάτι ακόμη, το οποίο ελάχιστοι θα θυμούνται σήμερα: Η εφαρμογή εκείνου του προγράμματος δεσμευόταν από ένα ευρωπαϊκό δάνειο ύψους 2 δισ. ECU.  Εκείνο το δάνειο όριζε ουσιαστικά την Κομισιόν ως τοποτηρητή της ελληνικής οικονομίας και αποτελούσε όχημα για σκληρές αποφάσεις εκείνη την εποχή, στα μέσα της δεκαετίας του 1980. 


Τα πρόσωπα 


Οπως εύκολα διαπιστώνει ο καθένας, πρόσωπα τα οποία πρωταγωνίστησαν ως εμπνευστές ή παράγοντες της εφαρμογής των πλέων σκληρών και αντιλαϊκών οικονομικών πολιτικών, στο όνομα πάντοτε του «νοικοκυρέματος» των δημοσιονομικών υποθέσεων της χώρας ή της «δημοσιονομικής εξυγίανσης», πρόσωπα τα οποία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας και στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, εισαγωγείς σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών και συμμετέχοντες στο εκσυγχρονιστικό εγχείρημα, έστω κι αν κάποτε διαφώνησαν για την ένταση των μέτρων λιτότητας, των αποκρατικοποιήσεων και των κοινωνικά ανάλγητων πολιτικών, συμμετέχοντες είτε στην Κεντροαριστερά είτε στην Κεντροδεξιά, αλλά πάντοτε σε συστήματα εξουσίας. Πρόσωπα διασυνδεμένα με πολιτικά και οικονομικά κέντρα αποφάσεων του εξωτερικού, σήμερα συμφωνούν και ως προς τη δήθεν αναγκαιότητα να ακολουθηθεί η μνημονιακή πολιτική, και ως προς τα κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα και τις εγκατεστημένες κυβερνήσεις τύπου Παπαδήμου στην Ελλάδα και τύπου Μόντι στην Ιταλία και στη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και στην επιβολή σκληρών μέτρων λιτότητας. Δεν είναι τυχαίο πως όλες οι αναφορές σε έναν υποθετικό σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών συμφωνούσαν στη συμμετοχή προσώπων τα οποία είτε θήτευσαν στο «σχολείο» του νεοφιλελευθερισμού, είτε πλαισίωσαν τον Κώστα Σημίτη σε όλες τις φάσεις της προετοιμασίας και εξέλιξης του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος. 


Δεν είναι η πρώτη φορά 


Ο Λουκάς Παπαδήμος και ο Τίμος Χριστοδούλου είχε απορρίψει την πολιτική πρόκλησης «σοκ» στην ελληνική κοινωνία, με τον τρόπο που ήθελαν να την επιβάλουν οι τότε θιασώτες του λεγόμενου εμπροσθοβαρούς προγράμματος. Το ΔΝΤ δεν ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2010. Εχει ξαναέρθει, όχι για να δανείσει, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά για να προσφέρει εμπειρογνωμοσύνη. Ο εμπειρογνώμονες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κλήθηκαν επί κυβέρνησης Μητσοτάκη και, πλαισιώνοντας το «συμβουλευτικό» νεοφιλελεύθερο δίδυμο Αλογοσκούφη - Ξαφά, προσπάθησαν να υλοποιήσουν την πολιτική σύγκλισης την οποία ζητούσε επιτακτικά ο εγχώριος «γκουρού» του νεοφιλελευθερισμού Στέφανος Μάνος. Οι Αλογοσκούφης - Ξαφά και τα στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, προετοιμάζοντας το σφοδρό και «βίαιο» κύμα ιδιωτικοποιήσεων, είχαν εκτοπίσει όλα τα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης, ως προ εικοσαετίας προάγγελοι του Ράιχενμπαχ. Οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ στις αρχές της δεκαετίας του 1990 υπαγόρευαν, κυριολεκτικά, το πολιτικό και οικονομικό πρόγραμμα στη Μιράντα Ξαφά, η οποία είχε προχωρήσει στο ιστορικά αμίμητο: Είχε επιχειρήσει να απελευθερώσει την κίνηση κεφαλαίων σε χρόνο-ρεκόρ, χωρίς όμως να έχει πραγματοποιήσει καμία προετοιμασία και καμία προπαρασκευή, προκαλώντας τη σφοδρή αντίδραση του τότε διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Τίμου Χριστοδούλου και του οικονομικού συμβούλου Λουκά Παπαδήμου, την τοποθέτηση του οποίου στη θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας η κ. Μιράντα Ξαφά χαιρέτισε ως «brilliant» (λαμπρή). Βέβαια η «λεπτομέρεια» του εγχειρήματος της «fast track» απελευθέρωσης των κεφαλαίων το 1992 δεν εμποδίζει την κ. Ξαφά να δίνει σήμερα συμβουλές για την οικονομική πολιτική της Ελλάδας. Oμως είναι αδύνατον να ξεχαστεί το γεγονός ότι, εκτός από τους εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ 20 χρόνια πριν, η κ. Ξαφά μετέφερε στην Ελλάδα τις επιθυμίες του διεθνούς τραπεζικού συστήματος, των εταιρειών συμβούλων και των διεθνών οίκων, που έμελλε στα επόμενα χρόνια να ορίζουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, την κεντρική πολιτική κατεύθυνση, προωθώντας «προκάτ» πολιτικές και μάλλον όχι προς όφελος του λαού. Ανθρωπος του διεθνούς τραπεζικού συστήματος είναι και ο Λουκάς Παπαδήμος, ο οποίος τα επόμενα χρόνια, δηλαδή τα χρόνια που ακολούθησαν μετά το 1992, συνέχισε να διαφωνεί με τον μετέπειτα υπουργό Οικονομικών Γιώργο Αλογοσκούφη σε ακαδημαϊκό επίπεδο για την ένταξη της δραχμής στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών και για τη σχετική πολιτική συνταγογράφηση, κι όλα αυτά στο πεδίο της γενικότερης συζήτησης που διεξαγόταν στα μέσα της δεκαετίας του 1990 για την προοπτική της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ενωσης και την ένταξη της Ελλάδας, μιας διαδικασίας της οποίας τελικά συμμέτοχος ήταν ο κ. Παπαδήμος. Πρόσφατα, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ειπώθηκε ότι θα μπορούσε υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Παπαδήμου να είναι ο Γιώργος Αλογοσκούφης, κι αυτό κάτι δείχνει για τη συλλογική μνήμη.

Από την πολιτική της σύγκλισης στην πολιτική σύγκλιση 


Η παραπάνω αληθινή ιστορία είναι ενδεικτική σε έναν βαθμό του «παιχνιδιού» το οποίο παίχτηκε δεκαετίες πριν, ώστε να ελεγχθούν ασφυκτικά το πολιτικό σύστημα και η ελληνική οικονομία από εξωθεσμικά και υπερεθνικά κέντρα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας σε συνεργασία με Ελληνες πρόθυμους. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι σήμερα, στο παιχνίδι του ελέγχου που επιχειρήθηκε κυριάρχησαν δύο εγχώρια συστήματα, τα οποία πέτυχαν ισχυρή διασύνδεση και αποκόμισαν την πλήρη στήριξη τμημάτων της ντόπιας μιντιοκρατίας: οι εκσυγχρονιστές και οι νεοφιλελεύθεροι. Σήμερα αυτοί οι δύο πυλώνες της παράδοσης της χώρας, είτε ανήκουν στον «κύκλο της Φρανκφούρτης», είτε στις… δαγκάνες του ΔΝΤ και της Κομισιόν, είτε σε διεθνείς κερδοσκόπους, έπαψαν να αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και ενσωματώνονται σε έναν κύκλο ο οποίος θα ικανοποιήσει τις επιθυμίες και θα επιβάλει τις πολιτικές των υπερεθνικών και διευρωπαϊκών οικονομικών και πολιτικών ομίλων. Το πολιτικό προσωπικό υπάρχει και θα το εντοπίσει κανείς στην εγκατεστημένη κυβέρνηση Παπαδήμου, η οποία στην πράξη συνιστά το «Κόμμα του Μνημονίου», όπως και στο εσωτερικό των πολιτικών φορέων που συμπράττουν. Αν στο μέλλον δημιουργηθεί κάποιο κεντρώο κόμμα ως εξουσιαστικό μόρφωμα, θα είναι εύκολο κανείς να διακρίνει και τις δύο κυρίαρχες τάσεις στο εσωτερικό του. Φυτώρια του πολιτικού προσωπικού του θα αναζητήσει κανείς στο εκσυγχρονιστικό μπλοκ του ΠΑΣΟΚ, στα «νεοφιλελεύθερα ορφανά» της Νέας Δημοκρατίας, στη Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη, σε αποϊδεολογικοποιημένα στελέχη της Δημοκρατικής Αριστεράς και σε τυχοδιώκτες του ΛΑ.Ο.Σ. Την πολιτική παράδοση αυτού του πιθανού μελλοντικού μορφώματος θα την αναζητήσει κανείς στο πρόγραμμα σταθερότητας που είχε ανακοινώσει ο Κώστας Σημίτης το 1985 και στο εμπροσθοβαρές πρόγραμμα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη.

("Η ΑΞΙΑ", Σάββατο 3/12/2011)