Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

Ο πόλεμος που δεν άρχισε ποτέ προ των πυλών…


Του Δημήτρη Μπεκιάρη

Τον Απρίλιο του 2003, λίγο μετά την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ και αφού η Βαγδάτη «έπεσε», το Ισραήλ, ο τότε πρωθυπουργός του, δηλαδή ο Αριέλ Σαρόν, και ανώτατοι Ισραηλινοί αξιωματούχοι είχαν ξεκινήσει μπαράζ πιέσεων και παροτρύνσεων προς τις ΗΠΑ, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για στρατιωτική επέμβαση πρώτα στη Συρία και έπειτα στο Ιράν, σε βάρος δηλαδή δύο κρατών της Μέσης Ανατολής, τα οποία συνεργάζονται στενά. Σήμερα, εννέα χρόνια μετά, ενισχύεται η εντύπωση ότι Ισραήλ και ΗΠΑ θα εξαπολύσουν αεροπορική επιδρομή εναντίον πυρηνικών εγκαταστάσεων στο Ιράν, κι αυτό λίγο μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ. Ελάχιστα πριν από την αμερικανική επίθεση στο Ιράκ την άνοιξη του 2003, ο τότε υπουργός Αμυνας του Ισραήλ Μπένιαμιν Μπεν - Ελιέζερ είχε δηλώσει: «Το Ιράκ είναι ένα πρόβλημα. Αλλά θα πρέπει να καταλάβετε, αν θέλετε την άποψή μου, ότι σήμερα το Ιράν είναι πιο επικίνδυνο από το Ιράκ». Η άποψη αυτή είναι ιστορικά παγιωμένη στους κόλπους της πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ στο Ισραήλ. Το Ιράν θεωρείται η μεγαλύτερη απειλή αλλά και «το κέντρο της παγκόσμιας τρομοκρατίας», όπως τον Νοέμβριο του 2002 είχε δηλώσει ο τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Αριέλ Σαρόν σε συνέντευξη την οποία είχε παραχωρήσει στους «New York Times». Στις ΗΠΑ η συζήτηση, λαμβανομένης υπ’ όψιν και της επιρροής των ισχυρότερων οργανώσεων της εβραϊκής διασποράς, διεξάγεται στη βάση της αλλαγής ή του μετασχηματισμού του καθεστώτος, αλλά κυρίως της ανατροπής του καθεστώτος από τις ΗΠΑ και της εγκατάστασης φιλοδυτικής κυβέρνησης. Οι ΗΠΑ εξάλλου έχουν προσφέρει εξαιρετικά μεγάλη χρηματοδότηση στην ιρανική αντιπολίτευση. Ως αιτιολογικό πλαίσιο για την αναγκαιότητα της αμερικανο-ισραηλινής εισβολής στο Ιράν περιγράφεται πάντοτε το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Η στρατιωτική επέμβαση, σε οποιαδήποτε μορφή της, θεωρείται αναγκαία από το αμερικανο-ισραηλινό σύμπλεγμα συμφερόντων εφόσον αποτύχουν όλες οι διπλωματικές προσπάθειες. Εδώ και χρόνια Ισραηλινοί αξιωματούχοι στέλνουν μηνύματα στην Ουάσιγκτον και προειδοποιούν ότι θα δράσουν προληπτικά, ώστε να ανακόψουν την εξέλιξη του πυρηνικού προγράμματος το οποίο υλοποιεί η Τεχεράνη. Τις προηγούμενες ημέρες ο γραμματέας του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, Νικολάι Πατρούσεφ, δήλωσε: «Υπάρχει κίνδυνος στρατιωτικής κλιμάκωσης στη διαμάχη και προς αυτήν την κατεύθυνση ωθεί το Ισραήλ τους Αμερικανούς». Βέβαια, σύμφωνα με άποψη την οποία θα συναντήσει κανείς και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, «αφού η Ουάσιγκτον κατάφερε και ανέχτηκε ή ανέχεται μια πυρηνική Σοβιετική Ενωση, μια πυρηνική Κίνα ή μια πυρηνική Βόρειο Κορέα, δεν μπορεί άραγε να ανεχτεί ένα πυρηνικό Ιράν;». Προφανώς μια επέμβαση στο Ιράν θα είχε βαθύτερες αιτίες και βέβαια οι Αμερικανοί, πέρα από τις πιέσεις που δέχονται από το Ισραή, έχουν τους δικούς τους λόγους να επιτεθούν στο Ιράν.

Κλιμάκωση

Το αν θα πραγματοποιηθεί ή όχι αμερικανική και ισραηλινή στρατιωτική επέμβαση στο Ιράν είναι κάτι το οποίο συζητείται εδώ και πολύ καιρό. Σύμφωνα με μια άποψη η οποία διατυπώνεται σε διεθνείς κύκλους συζητήσεων, δεν αποκλείεται η αεροπορική επιδρομή σε βάρος του Ιράν να ξεκινήσει μέσα στο 2012. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, δεδομένων των προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίζει η αμερικανική οικονομία και ενώ έχουν ήδη αποχωρήσει τα αμερικανικά στρατεύματα από το Ιράκ, «το τελευταίο που θα επιθυμούσε η Ουάσιγκτον θα ήταν η έναρξη ενός πολέμου». Το Ιράν, το οποίο έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια σειρά κυρώσεων, «έδειξε τα δόντια του» με την έναρξη του 2012 κάνοντας χρήση των επικοινωνιακών του δυνατοτήτων, ως απάντηση τόσο στις οικονομικές κυρώσεις της Δύσης όσο και στη διαφαινόμενη επιβολή πετρελαϊκού εμπάργκο από την Ευρωπαϊκή Ενωση, σε τρία επίπεδα: Πρώτον, η ιρανική κρατική τηλεόραση μετέδωσε βίντεο σχετικά με την τοποθέτηση ράβδου πυρηνικού καυσίμου σε αντιδραστήρα, δεύτερον, ο ιρανικός στρατός πραγματοποίησε δοκιμαστική εκτόξευση πυραύλων στον Περσικό Κόλπο και, τρίτον, η Τεχεράνη απείλησε ότι θα κλείσει τα στενά του Ορμούζ, από τα οποία διακινείται περίπου το 40% του πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η δολοφονία του πυρηνικού φυσικού

Μετά από όλα αυτά, δολοφονήθηκε με έκρηξη βόμβας άλλος ένας πυρηνικός επιστήμονας στην Τεχεράνη, ο Μ. Αχμάντι Ροσάν (ο τέταρτος σε δύο χρόνια), ο οποίος ήταν επιτηρητής τμήματος του πυρηνικού εργοστασίου της Νατάνζ, διαδραματίζοντας εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στη διαδικασία υλοποίησης του προγράμματος εμπλουτισμού του ουρανίου. Η Τεχεράνη έσπευσε να κατηγορήσει τις ΗΠΑ και το Ισραήλ ότι βρίσκονται πίσω από τη δολοφονία. Η Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας της Τεχεράνης διεμήνυσε ότι «αυτή η ειδεχθής πράξη των ΗΠΑ και του Ισραήλ δεν θα αλλάξει την πορεία του ιρανικού έθνους». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο αντικυβερνήτης της Τεχεράνης, Σαφαραλί Μπαρατλού, ο οποίος έδωσε στοιχεία στη δημοσιότητα: «Η βόμβα ήταν μαγνητική, ανάλογη με αυτές που είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για τη δολοφονία επιστημόνων. Πρόκειται για έργο των σιωνιστών». Η ιρανική εφημερίδα «Qods» έγραψε στην πρώτη της σελίδα της ότι «η Δύση εκδικήθηκε για την ανακοίνωση του εμπλουτισμού ουρανίου κατά 20% με τη δολοφονία ενός πυρηνικού επιστήμονα της χώρας». Οι ΗΠΑ, οι οποίες αρνούνται κάθε ανάμειξη στην υπόθεση, απαντούν ότι καταδικάζουν κάθε μορφή βίας, ενώ το Ισραήλ, αντίστοιχα, κατέστησε σαφές ότι δεν απαντά σε φημολογίες. Ομως ο ίδιος ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, κ. Μπένιαμιν Νετανιάχου, έχει παραλάβει μια έκθεση του Εθνικού Ινστιτούτου Ασφάλειας του Ισραήλ, στην οποία πραγματοποιείται ειδική αναφορά στο ενδεχόμενο το Ιράν να προχωρήσει στους επόμενους δώδεκα μήνες σε πυρηνική δοκιμή. Η εκτίμηση αυτή, σε συνάρτηση με την παγιωμένη θέση του στρατιωτικο-πολιτικού συμπλέγματος στο Ισραήλ περί ανάληψης προληπτικών πρωτοβουλιών σε βάρος του Ιράν ώστε να μην αναπτύξει το πυρηνικό του πρόγραμμα, καθώς και το γεγονός ότι ήδη Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ προετοιμάζονται για την πραγματοποίηση της μεγαλύτερης από κοινού στρατιωτικής άσκησης, η οποία περιλαμβάνει και το σενάριο αντιμετώπισης πυραυλικής επίθεσης σε βάρος του Ισραήλ, ενισχύουν την άποψη ότι μέσα στο επόμενο έτος θα πραγματοποιηθεί στρατιωτική επίθεση στο Ιράν. Τις προηγούμενες ημέρες ο αρχηγός του γενικού επιτελείου του ισραηλινού στρατού, Μπένι Γκαντζ, μιλώντας ενώπιον της επιτροπής των Εξωτερικών Υποθέσεων του ισραηλινού Κοινοβουλίου, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «το έτος 2012 θα είναι κρίσιμο για το Ιράν, με πράγματα μη φυσιολογικά που θα συμβούν».

Πόλεμος;

Το «κλείσιμο» των στενών του Ορμούζ αποτελεί δυνητικά αιτία πολέμου για την Ουάσιγκτον, για τον απλούστατο λόγο ότι τα στενά αποτελούν ζωτικής σημασίας γεωγραφικό σημείο για τα οικονομικά και βιομηχανικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Εκτός από τη διέλευση του 40% του παγκόσμιου πετρελαίου, τα στενά αποτελούν το σημείο σύνδεσης των ΗΠΑ με τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες της Μέσης Ανατολής, δηλαδή το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Το ενδεχόμενο η Τεχεράνη να κλείσει τα στενά θα διαταράξει και θα απειλήσει τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Κυρίως, όμως, η Ουάσιγκτον ανησυχεί για τις διαταραχές και τις επιπλοκές που θα μπορούσαν να προκληθούν στη διεθνή αγορά πετρελαίου. Αν, υποθετικά, η διπλωματία έχει ήδη αποτύχει, τότε το επόμενο βήμα είναι η απόπειρα οικονομικού στραγγαλισμού του Ιράν. Σε αυτό το σχέδιο εντάσσεται η επιβολή πετρελαϊκού εμπάργκο στο Ιράν, στην οποία έχουν συμφωνήσει κατ’ αρχήν τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., όπως και η αμερικανική απόφαση να απαγορευτεί η πρόσβαση στο αμερικανικό πιστωτικό σύστημα των εταιρειών οι οποίες συνεργάζονται με την Ιρανική Κεντρική Τράπεζα. Αν η απόπειρα επιτυχούς ολοκλήρωσης του οικονομικού πολέμου τον οποίο έχει ήδη εξαπολύσει η Δύση σε βάρος της Τεχεράνης δεν πετύχει, τότε θεωρητικά θα πρέπει να αναλάβουν δράση τα όργανα του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος σε ΗΠΑ και Ισραήλ.

Οι προεδρικές εκλογές

Σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι θα διαδραματίσουν οι εξελίξεις στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ εν όψει των προεδρικών εκλογών. Σύμφωνα με μια άποψη, η εξαπόλυση στρατιωτικής επίθεσης σε βάρος του Ιράν θα ενίσχυε την εικόνα του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στο εσωτερικό της χώρας. Στην πραγματικότητα ο Λευκός Οίκος θέλει να αποφύγει τον πόλεμο, καθώς δεν θα επιθυμούσε στην παρούσα φάση, και με τα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας να οξύνονται, να προχωρήσει σε μια στρατιωτική εμπλοκή εναντίον της Τεχεράνης. Σύμφωνα με πολύ καλά πληροφορημένες διεθνείς πηγές με τις οποίες επικοινώνησε η «Α», «αυτή τη στιγμή η διεξαγωγή πολέμου δεν θεωρείται ότι θα μπορούσε να προσφέρει και πολλά στην ενίσχυση του προφίλ του Αμερικανού προέδρου εν όψει των προεδρικών εκλογών και δεν θεωρείται αναγκαία. Δεν αποκλείεται, όμως, αν απειληθεί η επανεκλογή του Μπαράκ Ομπάμα, οι ΗΠΑ να επανεξετάσουν και να τροποποιήσουν την πολιτική τους απέναντι στο θέμα του Ιράν και να υπάρξει στρατιωτική εμπλοκή».  Εξάλλου, ήδη κοντά στα στενά του Ορμούζ έχει συγκεντρωθεί εξαιρετικά σημαντική αμερικανική αεροναυτική δύναμη, ενώ έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες αντιπυραυλικής θωράκισης του Ισραήλ και η αναβάθμιση της ήδη υπάρχουσας. Πολύ πρόσφατα η εκπρόσωπος του 5ου Στόλου, η ανθυποπλοίαρχος Rebecca Rebarich, δήλωσε αναφορικά με τον αποκλεισμό των στενών του Ορμούζ: «Το αμερικανικό Ναυτικό είναι πάντα έτοιμο να αντιμετωπίσει κακόβουλες ενέργειες ώστε να διασφαλίσει την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στον Περσικό Κόλπο».

Πολεμική μηχανή 12 εκατομμυρίων στρατιωτών

Αντίστοιχα στο Ιράν, μερίδα του Τύπου, με αφορμή την τέταρτη δολοφονία Ιρανού πυρηνικού επιστήμονα τα τελευταία δύο χρόνια, ζητεί να υπάρξουν αντίποινα κατά του Ισραήλ. Στην πρώτη της σελίδα η εφημερίδα «Ressalat» σημείωσε τις προηγούμενες ημέρες: «Η μόνη λύση για να σταματήσουν οι μάταιες πράξεις του εχθρού είναι τα αντίποινα στο σχέδιο δολοφονίας επιφανών Ιρανών». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η εφημερίδα «Kayhan», η οποία σημείωσε μεταξύ πολλών άλλων: «Για τις υπηρεσίες πληροφοριών της Ισλαμικής Δημοκρατίας που διεξάγουν εδώ και 32 χρόνια έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με τις υπηρεσίες πληροφοριών του εχθρού, η δολοφονία Ισραηλινών αξιωματούχων και στρατιωτικών είναι πολύ εύκολη υπόθεση». Οι Αμερικανοί γνωρίζουν καλύτερα από όλους ότι το ενδεχόμενο στρατιωτικής επίθεσης στο Ιράν δεν θα έχει την παραμικρή σχέση με τον πόλεμο στο Ιράκ, δεδομένου ότι η ιρανική πολεμική μηχανή των 12 εκατομμυρίων στρατιωτικών και στρατιωτών είναι ικανή να αντιμετωπίσει στρατιωτικές επιθέσεις, μετατρέποντας την απόπειρα επέμβασης σε κόλαση για τον εχθρό. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι το 2007, όταν και πάλι είχε αναπτυχθεί παρόμοια φημολογία σχετικά με το ενδεχόμενο επίθεσης στο Ιράν, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ και εμπνευστής της πολιτικής άσκησης «ηγετικού ρόλου» από τις ΗΠΑ στη δεκαετία του 1980, Τζίμι Κάρτερ, είχε δηλώσει: «Πιστεύω ότι οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση εναντίον του Ιράν θα ήταν τρομακτικό λάθος και τραγωδία». Πιθανότατα το ίδιο ισχύει και σήμερα…

( "H ΑΞΙΑ", Σάββατο 14/1/2012)